Οι 40άρηδες που υπερκαταναλώνουν αλκοόλ εκδηλώνουν απώλεια μνήμης έως και 6 χρόνια νωρίτερα στην τρίτη ηλικία, σύμφωνα με την πρώτη μακροχρόνια μελέτη του είδους.
Στη μελέτη, που διήρκησε δύο δεκαετίες, συμμετείχαν 5.054 άνδρες και 2.099 γυναίκες, μέσης ηλικίας 45 ετών κατά την έναρξή της.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές από το University College του Λονδίνου (UCL), η κατάχρηση αλκοόλ αποτελεί κύρια αιτία πρόωρης φθοράς της μνήμης στους άνδρες.
Η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, δηλαδή λιγότερα από δύο ποτά την ημέρα (αντιστοιχούν σε δύο μικρά ποτηράκια κρασί ή ενάμιση ποτήρι μπύρα), δεν φάνηκε να επηρεάζει τη μνήμη, την λογική σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
Αντιθέτως, πάνω από τέσσερα ποτά την ημέρα (αντιστοιχούν σε τρία μεγάλα ποτήρια μπύρα ή ένα μεγάλο νεροπότηρο κρασί) συσχετίσθηκαν με σημαντική εκφύλιση της ικανότητας ανάκλησης πληροφοριών.
Η εκφύλιση αυτή παρατηρήθηκε κατά 6 χρόνια νωρίτερα απ’ ό,τι στους άντρες που έπιναν μέτρια, ενώ η εκφύλιση των άλλων νοητικών ικανοτήτων επιταχύνθηκε κατά 1,5 χρόνο.
Στις γυναίκες επίσης παρατηρήθηκε κάποια διαφορά, αλλά οι ερευνητές λένε ότι δεν ήταν στατιστικώς σημαντική.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «Neurology», οι περισσότερες έως τώρα μελέτες για την αρνητική συσχέτιση μνήμης-αλκοόλ έχουν διεξαχθεί σε ηλικιωμένους, γι’ αυτό θέλησαν να διερευνήσουν αν τα ευρήματά τους ισχύουν και για τους μεσήλικες.
Η νέα μελέτη υποδηλώνει ότι «η υπερκατανάλωση αλκοόλ σχετίζεται με σημαντικά ταχύτερη εκφύλιση όλων των νοητικών λειτουργιών στους άνδρες».
Οι εθελοντές που συμμετείχαν ρωτήθηκαν τρεις φορές στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας για το πόσο πίνουν, πόσο συχνά και τι.
Κατά τη δεύτερη δεκαετία, αξιολογήθηκαν τρεις φορές οι νοητικές λειτουργίες τους, αρχής γενομένης από την ηλικία των 56 ετών. Η τελευταία αξιολόγηση έγινε στα 66 τους χρόνια.
Και τις τρεις φορές, οι μανιώδεις πότες απέδωσαν χειρότερα στα τεστ μνήμης και αξιολόγησης των νοητικών λειτουργιών, σε σύγκριση με τους άντρες που έπιναν με μέτρο.
«Η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ στη μέση ηλικία μπορεί να είναι επιβλαβής για τη νοητική γήρανση, τουλάχιστον στο άντρες», κατέληξαν οι ερευνητές με επικεφαλής την δρα Σέβεριν Σάμπια, από το Τμήμα Επιδημιολογίας & Δημόσιας Υγείας του UCL.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές από το University College του Λονδίνου (UCL), η κατάχρηση αλκοόλ αποτελεί κύρια αιτία πρόωρης φθοράς της μνήμης στους άνδρες.
Η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, δηλαδή λιγότερα από δύο ποτά την ημέρα (αντιστοιχούν σε δύο μικρά ποτηράκια κρασί ή ενάμιση ποτήρι μπύρα), δεν φάνηκε να επηρεάζει τη μνήμη, την λογική σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
Αντιθέτως, πάνω από τέσσερα ποτά την ημέρα (αντιστοιχούν σε τρία μεγάλα ποτήρια μπύρα ή ένα μεγάλο νεροπότηρο κρασί) συσχετίσθηκαν με σημαντική εκφύλιση της ικανότητας ανάκλησης πληροφοριών.
Η εκφύλιση αυτή παρατηρήθηκε κατά 6 χρόνια νωρίτερα απ’ ό,τι στους άντρες που έπιναν μέτρια, ενώ η εκφύλιση των άλλων νοητικών ικανοτήτων επιταχύνθηκε κατά 1,5 χρόνο.
Στις γυναίκες επίσης παρατηρήθηκε κάποια διαφορά, αλλά οι ερευνητές λένε ότι δεν ήταν στατιστικώς σημαντική.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «Neurology», οι περισσότερες έως τώρα μελέτες για την αρνητική συσχέτιση μνήμης-αλκοόλ έχουν διεξαχθεί σε ηλικιωμένους, γι’ αυτό θέλησαν να διερευνήσουν αν τα ευρήματά τους ισχύουν και για τους μεσήλικες.
Η νέα μελέτη υποδηλώνει ότι «η υπερκατανάλωση αλκοόλ σχετίζεται με σημαντικά ταχύτερη εκφύλιση όλων των νοητικών λειτουργιών στους άνδρες».
Οι εθελοντές που συμμετείχαν ρωτήθηκαν τρεις φορές στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας για το πόσο πίνουν, πόσο συχνά και τι.
Κατά τη δεύτερη δεκαετία, αξιολογήθηκαν τρεις φορές οι νοητικές λειτουργίες τους, αρχής γενομένης από την ηλικία των 56 ετών. Η τελευταία αξιολόγηση έγινε στα 66 τους χρόνια.
Και τις τρεις φορές, οι μανιώδεις πότες απέδωσαν χειρότερα στα τεστ μνήμης και αξιολόγησης των νοητικών λειτουργιών, σε σύγκριση με τους άντρες που έπιναν με μέτρο.
«Η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ στη μέση ηλικία μπορεί να είναι επιβλαβής για τη νοητική γήρανση, τουλάχιστον στο άντρες», κατέληξαν οι ερευνητές με επικεφαλής την δρα Σέβεριν Σάμπια, από το Τμήμα Επιδημιολογίας & Δημόσιας Υγείας του UCL.
Πηγή: tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου