Η αλλαγή στον τρόπο πώλησης του ψωμιού είναι μία από τις, θεωρητικά, ανώδυνες πλην διαφιλονικούμενες διαρθρωτικές αλλαγές που εισηγείται ο ΟΟΣΑ...
Ανώδυνη επειδή ακούγεται -και είναι- δίκαιο να πληρώνει κανείς όσο και ό,τι ακριβώς αγοράζει.
«Οι συνάδελφοι που σέβονται το επάγγελμα, φροντίζουν το βάρος του ψωμιού να είναι πάντοτε περισσότερο από αυτό που πληρώνει ο καταναλωτής», λένε οι αρτοποιοί
Και διαφιλονικούμενη επειδή η συγκεκριμένη απελευθέρωση της αγοράς θεωρείται από πολλούς μία ακόμη «μνημονιακή» εμμονή χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα στον καταναλωτή. Ο ΟΟΣΑ υπολογίζει ότι από τις συνολικές παρεμβάσεις στον τομέα του άρτου θα προκύψει αποκλιμάκωση τιμών έως και 20%.
Τι πραγματικά συμβαίνει όμως στην πράξη τουλάχιστον όσον αφορά την «πώληση με το ζύγι»;
Επισκεφθήκαμε έξι αρτοπωλεία στα βορειανατολικά προάστια της Αθήνας. Η εικόνα που αποκομίσαμε ήταν μεικτή:
Από τη μία πλευρά εντοπίσαμε επαγγελματίες που έχουν τοποθετήσει στις προθήκες τους πινακίδες με αναλυτική παρουσίαση των στοιχείων του προϊόντος, (είδος, βάρος, τιμή μονάδος, αναγωγή στην τιμή κιλού) και μάλιστα η τιμή της πωλούμενης φραντζόλας ήταν χαμηλότερη αυτής που θα προέκυπτε εάν η ίδια φραντζόλα πωλείτο με το ζύγι.
«Οι συνάδελφοι που σέβονται το επάγγελμα, φροντίζουν το βάρος του ψωμιού να είναι πάντοτε περισσότερο από αυτό που πληρώνει ο καταναλωτής. Στην πράξη, ο πελάτης πληρώνει για μια φραντζόλα των 350 γραμμαρίων αλλά παίρνει ψωμί βάρους 380 γραμμαρίων. Με άλλα λόγια, οι καλοί επαγγελματίες δεν ρισκάρουν να εκτεθούν», λέει η αρτοποιός Χ. Β. στην Αγία Παρασκευή. Τα λεγόμενά της επιβεβαιώνονται στην πράξη. Αγοράζουμε μια φραντζόλα προζυμένιου ψωμιού των 350 γρ. προς 90 λεπτά και τιμή κιλού 2,57 ευρώ. Η ζυγαριά υποδεικνύει ότι το πραγματικό βάρος είναι 370 γραμμάρια. «Εάν χρεώναμε με το ζύγι, ο καταναλωτής θα πλήρωνε 94 λεπτά», προσθέτει. Υπάρχουν όμως και καταστήματα, όπου οι πινακίδες απουσιάζουν εντελώς ενώ το βάρος των προϊόντων που αγοράζει ο καταναλωτής είναι λειψό έως και 25% αυτού που πληρώνει.
Σε φούρνο του Χαλανδρίου, για παράδειγμα, αγοράσαμε φραντζόλα των 500 (θεωρητικά) γραμμαρίων και πληρώσαμε 80 λεπτά. Στην ερώτησή μας για την τιμή του κιλού, λάβαμε προφορικά την απάντηση «1,60 ευρώ». Οταν, στη συνέχεια, ζυγίσαμε το ψωμί ανακαλύψαμε ότι ζύγιζε μόλις 370 γραμμάρια. Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος Μιχάλης Μούσιος δηλώνει στο «Εθνος»: «Η υποχρεωτική αναγραφή των στοιχείων τιμολόγησης βρίσκεται σε ισχύ από τη δεκαετία του ΄80. Περιπτώσεις σαν και αυτές που μου αναφέρετε συνιστούν 100% παραβάσεις».
Οσον αφορά την απόφαση για υποχρεωτική πώληση του ψωμιού με το ζύγι, ο ίδιος αναφέρει: «Είναι και θέση του συλλόγου μας η υποχρεωτική πώληση με το ζύγι. Δεν επιδιώκουμε να το αποφύγουμε, παρότι στην περίπτωση των συνεπών επαγγελματιών το μικρό όφελος που απολαμβάνει σήμερα ο καταναλωτής θα εξανεμιστεί. Με την εφαρμογή του μέτρου όμως θα προκύψουν δύο ειδών προβλήματα. Αφενός οι φούρνοι θα υποχρεωθούν σε αναρίθμητες επιπλέον κινήσεις - ζυγίσματα και αφετέρου θα επικρατήσει σύγχυση στον καταναλωτή που θα καλείται να καταβάλει διαφορετικό ποσό καθημερινά».
Ο κ. Μούσιος σημειώνει όμως και τα εξής: «Ο κλάδος μας παραμένει επί ποδός για το ζήτημα των υπερκαταστημάτων και των άλλων σημείων πώλησης που πωλούν πρόχειρα ψημένο και κατά 80% εισαγόμενο, κατεψυγμένο ή ημικατεψυγμένο ψωμί. Θεωρούμε ότι εμείς, οι πραγματικοί αρτοποιοί, εισπράττουμε τη μερίδα του λέοντος της επιχειρούμενης δήθεν αναμόρφωσης ενώ τα μεγάλα τραστ παραμένουν στο απυρόβλητο».
«Οι συνάδελφοι που σέβονται το επάγγελμα, φροντίζουν το βάρος του ψωμιού να είναι πάντοτε περισσότερο από αυτό που πληρώνει ο καταναλωτής», λένε οι αρτοποιοί
Και διαφιλονικούμενη επειδή η συγκεκριμένη απελευθέρωση της αγοράς θεωρείται από πολλούς μία ακόμη «μνημονιακή» εμμονή χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα στον καταναλωτή. Ο ΟΟΣΑ υπολογίζει ότι από τις συνολικές παρεμβάσεις στον τομέα του άρτου θα προκύψει αποκλιμάκωση τιμών έως και 20%.
Τι πραγματικά συμβαίνει όμως στην πράξη τουλάχιστον όσον αφορά την «πώληση με το ζύγι»;
Επισκεφθήκαμε έξι αρτοπωλεία στα βορειανατολικά προάστια της Αθήνας. Η εικόνα που αποκομίσαμε ήταν μεικτή:
Από τη μία πλευρά εντοπίσαμε επαγγελματίες που έχουν τοποθετήσει στις προθήκες τους πινακίδες με αναλυτική παρουσίαση των στοιχείων του προϊόντος, (είδος, βάρος, τιμή μονάδος, αναγωγή στην τιμή κιλού) και μάλιστα η τιμή της πωλούμενης φραντζόλας ήταν χαμηλότερη αυτής που θα προέκυπτε εάν η ίδια φραντζόλα πωλείτο με το ζύγι.
«Οι συνάδελφοι που σέβονται το επάγγελμα, φροντίζουν το βάρος του ψωμιού να είναι πάντοτε περισσότερο από αυτό που πληρώνει ο καταναλωτής. Στην πράξη, ο πελάτης πληρώνει για μια φραντζόλα των 350 γραμμαρίων αλλά παίρνει ψωμί βάρους 380 γραμμαρίων. Με άλλα λόγια, οι καλοί επαγγελματίες δεν ρισκάρουν να εκτεθούν», λέει η αρτοποιός Χ. Β. στην Αγία Παρασκευή. Τα λεγόμενά της επιβεβαιώνονται στην πράξη. Αγοράζουμε μια φραντζόλα προζυμένιου ψωμιού των 350 γρ. προς 90 λεπτά και τιμή κιλού 2,57 ευρώ. Η ζυγαριά υποδεικνύει ότι το πραγματικό βάρος είναι 370 γραμμάρια. «Εάν χρεώναμε με το ζύγι, ο καταναλωτής θα πλήρωνε 94 λεπτά», προσθέτει. Υπάρχουν όμως και καταστήματα, όπου οι πινακίδες απουσιάζουν εντελώς ενώ το βάρος των προϊόντων που αγοράζει ο καταναλωτής είναι λειψό έως και 25% αυτού που πληρώνει.
Σε φούρνο του Χαλανδρίου, για παράδειγμα, αγοράσαμε φραντζόλα των 500 (θεωρητικά) γραμμαρίων και πληρώσαμε 80 λεπτά. Στην ερώτησή μας για την τιμή του κιλού, λάβαμε προφορικά την απάντηση «1,60 ευρώ». Οταν, στη συνέχεια, ζυγίσαμε το ψωμί ανακαλύψαμε ότι ζύγιζε μόλις 370 γραμμάρια. Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος Μιχάλης Μούσιος δηλώνει στο «Εθνος»: «Η υποχρεωτική αναγραφή των στοιχείων τιμολόγησης βρίσκεται σε ισχύ από τη δεκαετία του ΄80. Περιπτώσεις σαν και αυτές που μου αναφέρετε συνιστούν 100% παραβάσεις».
Οσον αφορά την απόφαση για υποχρεωτική πώληση του ψωμιού με το ζύγι, ο ίδιος αναφέρει: «Είναι και θέση του συλλόγου μας η υποχρεωτική πώληση με το ζύγι. Δεν επιδιώκουμε να το αποφύγουμε, παρότι στην περίπτωση των συνεπών επαγγελματιών το μικρό όφελος που απολαμβάνει σήμερα ο καταναλωτής θα εξανεμιστεί. Με την εφαρμογή του μέτρου όμως θα προκύψουν δύο ειδών προβλήματα. Αφενός οι φούρνοι θα υποχρεωθούν σε αναρίθμητες επιπλέον κινήσεις - ζυγίσματα και αφετέρου θα επικρατήσει σύγχυση στον καταναλωτή που θα καλείται να καταβάλει διαφορετικό ποσό καθημερινά».
Ο κ. Μούσιος σημειώνει όμως και τα εξής: «Ο κλάδος μας παραμένει επί ποδός για το ζήτημα των υπερκαταστημάτων και των άλλων σημείων πώλησης που πωλούν πρόχειρα ψημένο και κατά 80% εισαγόμενο, κατεψυγμένο ή ημικατεψυγμένο ψωμί. Θεωρούμε ότι εμείς, οι πραγματικοί αρτοποιοί, εισπράττουμε τη μερίδα του λέοντος της επιχειρούμενης δήθεν αναμόρφωσης ενώ τα μεγάλα τραστ παραμένουν στο απυρόβλητο».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου