Η μελέτη δείχνει ότι ο κίνδυνος για τους πρώην καπνιστές μειώνεται, όσο περισσότερο χρόνο το έχουν κόψει, ενώ τελικά ένας πρώην καπνιστής, σε προχωρημένη ηλικία, έχει πια μειωμένο επίπεδο κινδύνου όσο και κάποιος που ποτέ δεν κάπνισε.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επιδημιολόγο Τζόναθαν Έμπερσον του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Καρδιολογίας στο Άμστερνταμ, παρακολούθησαν την πορεία της υγείας περίπου 7.000 ανθρώπων ηλικίας 66 έως 97 ετών μεταξύ των ετών 1997- 2012 και συσχέτισαν την ηλικία και τις διάφορες αιτίες θανάτου καθενός με το αν και πόσο κάπνιζε στη ζωή του.
Στη διάρκεια των 15 ετών που διήρκεσε η έρευνα, περίπου 5.000 από τους 7.000 πέθαναν και οι θάνατοι των καπνιστών ήσαν 50% περισσότεροι σε σχέση με τους θανάτους αυτών που ποτέ δεν κάπνισαν. Οι αναπνευστικές παθήσεις, οι καρδιαγγειακές και ο καρκίνος ήσαν οι κυριότερες αιτίες θανάτου των καπνιστών.
Οι θάνατοι όσων κάποτε κάπνιζαν, αλλά το είχαν πια κόψει, ήσαν κατά μέσο όρο 15% περισσότεροι σε σχέση με τους θανάτους όσων ποτέ δεν είχαν καπνίσει. Σε σχέση με όσους ποτέ δεν είχαν βάλει τσιγάρο στο στόμα τους, ο κίνδυνος αυξημένης θνησιμότητας ήταν 28% μεγαλύτερος μεταξύ όσων το είχαν κόψει μέσα στα προηγούμενα 25 χρόνια, ενώ αν το διάστημα αποχής από το κάπνισμα ήταν μεγαλύτερο των 25 ετών, ο κίνδυνος ουσιαστικά ήταν εξίσου μικρός με όσους ποτέ δεν είχαν καπνίσει.
Όπως είπε ο δρ. Έμπερσον, "παρά την πρόσφατη μείωση στον αριθμό των καπνιστών και στην περιεκτικότητα των τσιγάρων σε πίσσα, το κάπνισμα παραμένει η κυριότερη αιτία θανάτων που θα μπορούσαν να αποφευχθούν στην Ευρώπη". Όπως ανέφερε, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι το παρατεταμένο κάπνισμα ήδη από τη νεαρή ηλικία οδηγεί σε μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά περίπου δέκα χρόνια, με το ένα τέταρτο περίπου των καπνιστών να πεθαίνει πριν φθάσει στην ηλικία των 70 ετών. Αν κανείς το κόψει στην ηλικία των 60, 50, 40 ή 30 ετών, τότε κερδίζει αντίστοιχα περίπου τρία, έξι, εννέα και δέκα χρόνια παραπάνω ζωής.
Το μέσο προσδόκιμο ζωής για έναν άνδρα 70 ετών, είναι περίπου 18 χρόνια αν δεν έχει ποτέ καπνίσει, 16 χρόνια αν το έκοψε πριν τα 70 του και 14 χρόνια (δηλαδή τέσσερα λιγότερα από ό,τι αν δεν είχε ποτέ καπνίσει), εφόσον συνεχίσει να καπνίζει. Τα δύο τρία των μη καπνιστών (65%), έναντι ούτε καν των μισών καπνιστών (ποσοστό 48%), επιζούν μεταξύ των 70 και των 85 ετών.
Μια άλλη σχετική έρευνα, με επικεφαλής τον δρ. Ρόμπερτ Μιν, διευθυντή του Ινστιτούτου Καρδιαγγειακής Απεικόνισης του Πρεσβυτεριανού Νοσοκομείου της Νέας Υόρκης και του Ιατρικού Κολλεγίου του πανεπιστημίου Κορνέλ, η οποία παρουσιάστηκε στο ίδιο ευρωπαϊκό καρδιολογικό συνέδριο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κόψιμο του καπνίσματος μειώνει τον κίνδυνο εμφράγματος στο επίπεδο όσων δεν κάπνισαν ποτέ.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία από εννέα χώρες, τα οποία αφορούσαν συνολικά σχεδόν 13.400 ασθενείς, από τους οποίους 2.853 ήσαν ενεργοί καπνιστές, 3.175 πρώην καπνιστές και 7.344 δεν είχαν ποτέ καπνίσει. Τόσο οι ενεργοί, όσο και οι πρώην καπνιστές είχαν μεγαλύτερο ποσοστό φραγμένων στεφανιαίων αρτηριών σε σχέση με όσους ποτέ δεν είχαν υπάρξει καπνιστές, όπως έδειξαν οι τομογραφίες των αγγείων τους.
Όπως είπε ο Μιν, αν και η διακοπή του καπνίσματος δεν μειώνει τις βλάβες που το κάπνισμα έχει προκαλέσει ήδη στις στεφανιαίες αρτηρίες, όμως μειώνει τον κίνδυνο εμφράγματος και πρόωρου θανάτου στο χαμηλό επίπεδο των μη καπνιστών. Το ποσοστό των εμφραγμάτων ή των πρόωρων θανάτων ήταν περίπου διπλάσιο μεταξύ των ενεργών καπνιστών σε σχέση με τους μόνιμους μη καπνιστές, ενώ οι πρώην καπνιστές είχαν ίδια χαμηλότερα ποσοστά εμφράγματος και πρόωρου θανάτου με τους ανέκαθεν μη καπνιστές, παρόλο που εξαιτίας του παλιού καπνίσματος συνέχιζαν να εμφανίζουν προβλήματα στις στεφανιαίες τους.
"Η μελέτη μας είναι η πρώτη που δείχνει πως ενώ η παρουσία και η σοβαρότητα εμφράξεων των στεφανιαίων αρτηριών δεν εξαφανίζεται μετά τη διακοπή του καπνίσματος, ο αυξημένος κίνδυνος εμφράγματος και πρόωρου θανάτου όντως εξαφανίζεται. Μελλοντικές έρευνες θα δείξουν πώς συμβαίνει αυτή η προστατευτική δράση", δήλωσε ο Μιν και πρόσθεσε πως "ποτέ δεν είναι αργά για να κόψει κανείς το τσιγάρο".
Στη διάρκεια των 15 ετών που διήρκεσε η έρευνα, περίπου 5.000 από τους 7.000 πέθαναν και οι θάνατοι των καπνιστών ήσαν 50% περισσότεροι σε σχέση με τους θανάτους αυτών που ποτέ δεν κάπνισαν. Οι αναπνευστικές παθήσεις, οι καρδιαγγειακές και ο καρκίνος ήσαν οι κυριότερες αιτίες θανάτου των καπνιστών.
Οι θάνατοι όσων κάποτε κάπνιζαν, αλλά το είχαν πια κόψει, ήσαν κατά μέσο όρο 15% περισσότεροι σε σχέση με τους θανάτους όσων ποτέ δεν είχαν καπνίσει. Σε σχέση με όσους ποτέ δεν είχαν βάλει τσιγάρο στο στόμα τους, ο κίνδυνος αυξημένης θνησιμότητας ήταν 28% μεγαλύτερος μεταξύ όσων το είχαν κόψει μέσα στα προηγούμενα 25 χρόνια, ενώ αν το διάστημα αποχής από το κάπνισμα ήταν μεγαλύτερο των 25 ετών, ο κίνδυνος ουσιαστικά ήταν εξίσου μικρός με όσους ποτέ δεν είχαν καπνίσει.
Όπως είπε ο δρ. Έμπερσον, "παρά την πρόσφατη μείωση στον αριθμό των καπνιστών και στην περιεκτικότητα των τσιγάρων σε πίσσα, το κάπνισμα παραμένει η κυριότερη αιτία θανάτων που θα μπορούσαν να αποφευχθούν στην Ευρώπη". Όπως ανέφερε, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι το παρατεταμένο κάπνισμα ήδη από τη νεαρή ηλικία οδηγεί σε μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά περίπου δέκα χρόνια, με το ένα τέταρτο περίπου των καπνιστών να πεθαίνει πριν φθάσει στην ηλικία των 70 ετών. Αν κανείς το κόψει στην ηλικία των 60, 50, 40 ή 30 ετών, τότε κερδίζει αντίστοιχα περίπου τρία, έξι, εννέα και δέκα χρόνια παραπάνω ζωής.
Το μέσο προσδόκιμο ζωής για έναν άνδρα 70 ετών, είναι περίπου 18 χρόνια αν δεν έχει ποτέ καπνίσει, 16 χρόνια αν το έκοψε πριν τα 70 του και 14 χρόνια (δηλαδή τέσσερα λιγότερα από ό,τι αν δεν είχε ποτέ καπνίσει), εφόσον συνεχίσει να καπνίζει. Τα δύο τρία των μη καπνιστών (65%), έναντι ούτε καν των μισών καπνιστών (ποσοστό 48%), επιζούν μεταξύ των 70 και των 85 ετών.
Μια άλλη σχετική έρευνα, με επικεφαλής τον δρ. Ρόμπερτ Μιν, διευθυντή του Ινστιτούτου Καρδιαγγειακής Απεικόνισης του Πρεσβυτεριανού Νοσοκομείου της Νέας Υόρκης και του Ιατρικού Κολλεγίου του πανεπιστημίου Κορνέλ, η οποία παρουσιάστηκε στο ίδιο ευρωπαϊκό καρδιολογικό συνέδριο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κόψιμο του καπνίσματος μειώνει τον κίνδυνο εμφράγματος στο επίπεδο όσων δεν κάπνισαν ποτέ.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία από εννέα χώρες, τα οποία αφορούσαν συνολικά σχεδόν 13.400 ασθενείς, από τους οποίους 2.853 ήσαν ενεργοί καπνιστές, 3.175 πρώην καπνιστές και 7.344 δεν είχαν ποτέ καπνίσει. Τόσο οι ενεργοί, όσο και οι πρώην καπνιστές είχαν μεγαλύτερο ποσοστό φραγμένων στεφανιαίων αρτηριών σε σχέση με όσους ποτέ δεν είχαν υπάρξει καπνιστές, όπως έδειξαν οι τομογραφίες των αγγείων τους.
Όπως είπε ο Μιν, αν και η διακοπή του καπνίσματος δεν μειώνει τις βλάβες που το κάπνισμα έχει προκαλέσει ήδη στις στεφανιαίες αρτηρίες, όμως μειώνει τον κίνδυνο εμφράγματος και πρόωρου θανάτου στο χαμηλό επίπεδο των μη καπνιστών. Το ποσοστό των εμφραγμάτων ή των πρόωρων θανάτων ήταν περίπου διπλάσιο μεταξύ των ενεργών καπνιστών σε σχέση με τους μόνιμους μη καπνιστές, ενώ οι πρώην καπνιστές είχαν ίδια χαμηλότερα ποσοστά εμφράγματος και πρόωρου θανάτου με τους ανέκαθεν μη καπνιστές, παρόλο που εξαιτίας του παλιού καπνίσματος συνέχιζαν να εμφανίζουν προβλήματα στις στεφανιαίες τους.
"Η μελέτη μας είναι η πρώτη που δείχνει πως ενώ η παρουσία και η σοβαρότητα εμφράξεων των στεφανιαίων αρτηριών δεν εξαφανίζεται μετά τη διακοπή του καπνίσματος, ο αυξημένος κίνδυνος εμφράγματος και πρόωρου θανάτου όντως εξαφανίζεται. Μελλοντικές έρευνες θα δείξουν πώς συμβαίνει αυτή η προστατευτική δράση", δήλωσε ο Μιν και πρόσθεσε πως "ποτέ δεν είναι αργά για να κόψει κανείς το τσιγάρο".
Πηγή:ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου